Βιβλίο δεύτερο: Το ασχημόπαπο
(Πατώντας τα χρωματιστά γράμματα μπορείς να δεις το παραμύθι.)
Το ασχημόπαπο
Μια φορά κι ένα καιρό υπήρχε ένας πολύ όμορφος πύργος και γύρω του υπήρχαν τάφροι με νερό. Εκεί κοντά είχε κάνει τη φωλιά της μια πάπια και κλωσούσε τα αυγά της. Η πάπια είχε κουραστεί, ώσπου μια μέρα άρχισαν τα αυγά να σπάνε και να βγαίνουν από μέσα τα παπάκια. Μόνο ένα αυγό δεν έσπασε, το μεγαλύτερο. Τι να κάνει η πάπια έκατσε πάλι να το κλωσήσει.
Τότε ήρθε επίσκεψη μια γριά πάπια και της είπε να μην κουράζεται άδικα μιας και αυτό πρέπει να ήταν αυγό γαλοπούλας. Η μαμά πάπια όμως συνέχισε να το κλωσάει. Ύστερα από λίγο καιρό άνοιξε το αυγό και βγήκε από μέσα ένα διαφορετικό πουλάκι, μεγάλο και άσχημο. H πάπια σκέφτηκε μήπως πράγματι ήταν μωρό γαλοπούλας το πουλάκι . Θα το μάθαινε αύριο που θα πήγαινε όλα τα παιδιά της στη λίμνη.
Την άλλη μέρα πήρε η μαμά πάπια τα παπάκια και πήγανε στη λίμνη. Τα παπάκια στην αρχή δυσκολεύτηκαν μα ύστερα κολυμπούσαν πολύ ωραία και πιο ωραία από όλα το άσχημο παπάκι.
Η πάπια βεβαιώθηκε τώρα πως ήταν παπάκι κι όχι γαλοπουλάκι.
Αφού κολύμπησε η μαμά πάπια με τα παπάκια στη λίμνη, πήρε τα παιδάκια της να τα παρουσιάσει στην αυλή του πύργου που ζούσαν τα άλλα ζώα. Εκεί τα ζώα φέρθηκαν πολύ άσχημα στο ασχημόπαπο. Η μαμά πάπια το υπερασπίστηκε μα βλέποντας πως με την ασχήμια του το ασχημόπαπο έκανε κακό και στη μαμά του και στα αδέρφια του έφυγε.
Έφθασε μετά από ώρα σε ένα βάλτο και ζούσε εκεί μαζί με τις αγριόχηνες που δεν του δίνανε σημασία. Ξαφνικά άκουσε πυροβολισμούς και είδε κυνηγούς να κυνηγάνε τις χήνες. Το άσχημο παπάκι κατάφερε με πολύ τρόμο να σωθεί. Πέταξε μακριά και πήγε σε ένα φτωχικό σπίτι μιας γριούλας.
Η γριούλα έμενε με το γάτο και την κότα της. Δεν έβλεπε καλά και πέρασε το άσχημο παπάκι για μεγάλη πάπια και ήθελε να το κρατήσει για να της κάνει αυγά μα εκείνο δεν μπορούσε να κάνει αυγά.
Το παπάκι έφυγε από το σπίτι της γριούλας γιατί επειδή δεν έκανε αυγά ήθελε να το φάει. Πέταξε μακριά σε μία λίμνη και ζούσε εκεί.
Ήρθε το φθινόπωρο, ήρθε ο χειμώνας και το παπάκι περνούσε πολύ δύσκολα. Δεν είχε φαγητό και πάγωνε.
Ήταν μόνο και παγωμένο.
Μια μέρα βγήκε επιτέλους ο ήλιος κι άρχισε να ζεσταίνει ο καιρός. Είχε έρθει η άνοιξη.
Το παπάκι άρχισε να πετά και με δύναμη ανέβηκε ψηλά και πέταξε σε ένα πανέμορφο κήπο με μια μεγάλη λίμνη στη μέση. Εκεί είδε δύο κύκνους. Ήταν τόσο όμορφοι που ένιωσε ζήλια. Το παπάκι σκεφτόταν να πεθάνει επειδή ήταν άσκημο. Τους πλησίασε και τους ζήτησε να το σκοτώσουν.
Οι κύκνοι γέλασαν και του είπαν ότι ήταν ένας πανέμορφος κύκνος. Τότε το ασχημόπαπο καθρεπτίστηκε στα νερά της λίμνης και είδε ότι ήταν πράγματι ένας πανέμορφος κύκνος.
Του εξήγησαν πως πάντα ήταν κύκνος και ποτέ πάπια και κάποιος έβαλε κατά λάθος το αυγό του μαζί με τα άλλα αυγά της πάπιας.
Του ζήτησαν να πάει μαζί τους να είναι παρέα. Ποτέ πια δε θα ήταν μόνος του. Ποτέ πια δε θα ήταν το ασχημόπαπο.
Για αυτό ποτέ δεν κοροϊδεύει κανείς κάποιον διαφορετικό από αυτόν. Πάντα τον δέχεται όπως είναι και τον έχει φίλο. Ευχαριστώ.
Θες να ζωγραφίσεις το παραμύθι;
Κάθε μέρα θα μπαίνει ένα παραμύθι και όταν τα ζωγραφίσεις όλα μπορείς να τα συρράψεις και να κάνεις ένα όμορφο βιβλίο-λεύκωμα! Στο τέλος βάλε μπροστά μία άσπρη σελίδα για εξώφυλλο και γράψε : ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΟΥ ΧΑΝΣ ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΑΝΤΕΡΣΕΝ
εικονογράφηση: Липаева LiLen Лена
διαμόρφωση-προσαρμογή παραμυθιού: Ιωάννης Δρακάκης
<a rel="license" href="http://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/"><img alt="Άδεια Creative Commons" style="border-width:0" src="https://i.creativecommons.org/l/by-nc-nd/4.0/88x31.png" /></a><br />Αυτή η εργασία χορηγείται με άδεια <a rel="license" href="http://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/">Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές </a>.